«Όστις
θέλει οπίσω μου ακολουθείν, απαρνησάσθω εαυτόν και αράτω τον σταυρόν αυτού και
ακολουθείτω μοι».
«Ο Μέγας
Κωνσταντίνος, ο πρώτος μεταξύ των χριστιανών βασιλέων, είχε κάποτε πόλεμο, όπως
λένε κάποιοι ιστορικοί, στη Ρώμη κατά του Μαξεντίου, πριν να γίνει
αυτοκράτορας. Άλλοι ιστορικοί όμως λένε ότι είχε πόλεμο κατά των Σκυθών, στον
Δούναβη ποταμό. Βλέποντας δε το πλήθος των εχθρών να είναι πολλαπλάσιο του
δικού του στρατεύματος, διακατεχόταν από απορία και φόβο. Ευρισκόμενος λοιπόν
σε μία τέτοια κατάσταση, φάνηκε στον ουρανό, ενώ ήταν ακόμη ημέρα, ο
τύπος του σταυρού με αστέρια, και γραφή γύρω από τον σταυρό, με ρωμαϊκά
στοιχεία, κι αυτά τυπωμένα με αστέρια, που έλεγε: «Εν τούτω νίκα». Αμέσως
λοιπόν έδωσε εντολή να σχεδιάσουν από χρυσό τον Σταυρό, κατά τον τύπο που του
φανερώθηκε, και Αυτόν να βάλουν να προπορεύεται στο στράτευμά του. Επιτίθεται
λοιπόν έτσι κατά των εχθρών και νικά, ώστε οι περισσότεροι από αυτούς να
φονευτούν, οι δε άλλοι να τραπούν σε φυγή. Από το γεγονός αυτό κατάλαβε τη
δύναμη του Εσταυρωμένου Χριστού, τον Οποίον πίστεψε ως αληθινό Θεό, γι’
αυτό και βαπτίστηκε στον όνομά Του. Έπειτα έστειλε τη μητέρα του αγία Ελένη στα
Ιεροσόλυμα, για να βρει τον Σταυρό του Χριστού. Αυτή πράγματι Τον βρήκε
κρυμμένο, μαζί με τους δύο άλλους σταυρούς, στους οποίους είχαν σταυρωθεί οι
ληστές, όπως βρήκε και τα καρφιά του Σταυρού του Χριστού. Στην αρχή όμως, όταν
βρήκε τους σταυρούς, απορούσε η βασίλισσα ποιος να ήταν ο Σταυρός του Κυρίου,
κάτι που της απεκαλύφθη μ’ ένα θαύμα: τοποθέτησαν μία χήρα γυναίκα που έτυχε να
πεθάνει εκεί πάνω στους σταυρούς, και ενώ οι δύο σταυροί των ληστών δεν έκαναν
τίποτε, ο Σταυρός του Κυρίου, με το άγγιγμά Του την ανέστησε. Τον τίμιο Σταυρό
λοιπόν του Κυρίου προσκύνησε η βασίλισσα, και μαζί της και όλη η Σύγκλητος. Ο
λαός όμως ζητούσε και αυτός να προσκυνήσει, αλλά λόγω του πλήθους τούτο ήταν
αδύνατο, οπότε ζήτησε τουλάχιστον να Τον δει. Τότε ανέβηκε ο Πατριάρχης
Ιεροσολύμων Μακάριος πάνω στον άμβωνα και ύψωσε εκεί τον τίμιο Σταυρό, ο δε
πιστός λαός κατανυγμένος άρχισε να κραυγάζει το «Κύριε, ελέησον». Έκτοτε
επικράτησε να γίνεται η εορτή της υψώσεως του Σταυρού. Μετά τριακόσια χρόνια, ο
αυτοκράτορας Ηράκλειος, αφού πήρε πίσω τον Σταυρό του Κυρίου, που Τον είχαν
διαρπάσει οι Πέρσες, όταν κυρίευσαν τα Ιεροσόλυμα, μπήκε με Αυτόν νικηφόρος και
θριαμβευτής στην Κωνσταντινούπολη, και ανύψωσε το ζωηφόρο ξύλο για δεύτερη φορά
στην αγία Σοφία, ενώπιον του ζητωκραυγάζοντος λαού της Κωνσταντινουπόλεως».
«ο φύλαξ πάσης της οικουμένης, η ωραιότης της Εκκλησίας,
βασιλέων το κραταίωμα, των πιστών το στήριγμα και των αγγέλων η δόξα»
Blog ΑΚΟΛΟΥΘΕΙΝ Αναρτήθηκε
από παπα Γιώργης Δορμπαράκης απόσπασμα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου