Jeremy Strong in Succession (2018) |
Ἡ μέρα ἦταν λαμπερὴ καὶ πεντακάθαρη.
Τὴ νύχτα εἶχε βρέξει ἥσυχη βροχή.
Ὅλα ἦταν καινούργια.
Οἱ γιορτὲς εἶχαν τελειώσει
μὰ ἡ ἀτμόσφαιρα παρέμενε ἑορταστική.
Ἤρεμοι, καλοδιάθετοι οἱ ἄνθρωποι
γυρίζαν στὶς δουλειές τους.
Ὅλα ἦταν ἄνετα.
Ἐκεῖ λοιπόν, καταμεσήμερο,
μοῦρθ’ ἕνας κόμπος!
Ἐντελῶς ἀνεξήγητος.
Ποὺ ἀνελύθη σὲ λυγμό!
Ἔκλαιγα ἀσταμάτητα.
Μὲ τὰ πιὸ σπαραχτικὰ δάκρυα τῆς ζωῆς μου!
Δὲν μποροῦσα νὰ καταλάβω τί συνέβαινε.
Ἀνέκαθεν ἀπέρριπτα τὸ δόγμα
οἱ ἄντρες δὲν κλαῖνε
κ’ εἶχα κλάψει πολλὲς φορές,
γιὰ κάποιαν, ὅμως, εὔλογη αἰτία.
Ὡστόσο, δὲν συμπαθοῦσα εὐσυγκίνητους.
Μὰ τώρα;
Τὴν ὥρα π’ ὅλα γύρω μου γελοῦσαν;
Ἀναγκαστικὰ πῆγα σὲ μιὰ κηδεία.
Κ’ ἐκεῖ γελοῦσαν!
Τὄχε ἡ μέρα.
Κάποιοι μάλιστα χαχάνιζαν!
Ξεκουράστηκε, ἔλεγαν, καλύτερα ποὺ πέθανε!
Ζωὴ σὲ μᾶς! Ζωὴ σὲ μᾶς!
Ὕψωναν τὰ ποτήρια τους μὲ τὸ κονιάκ.
Δὲν εἶδα τὸ νεκρό, μὰ ὑποθέτω βάσιμα,
πὼς καὶ αὐτὸς
μόλις θὰ συγκρατοῦσε παγωμένη
γκριμάτσα εὐτυχίας, ἐννοώντας:
Ζωὴ σὲ σᾶς! Ζωὴ σὲ σᾶς!
Ἔφυγα μὴ μπορῶντας νὰ συγκρατηθῶ.
Γιατί ὅμως;
Γιατί νὰ θρηνῶ ἀναίτια
ἐνῷ τίποτα δὲν ὑπάρχει ἀξιοθρήνητο;
Ἴσως τὸ γέλιο
αὐτὴ ἡ ἀκαταλόγιστη εὐδαιμονία.
Μᾶλλον αὐτή θὰ φταίῃ, σκέφτομαι
καὶ κλαίω, κλαίω ἀσταμάτητα,
γιατί κανεὶς δὲν κλαίει πιὰ ποτέ μὲ τίποτα!
Κωνσταντίνος Μ. Μάστρακας, Ζώνη Ασφαλείας
Διορθώσεις, ΜΗΝΙΑΙΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ https://diorthoseis.eu/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου