Pieter Brueghel |
Ὅταν σείσαν τὴν ἀχλάδα
Ὅσοι
λάχαν τόσοι φάγαν
Ὅταν σείσαν τὴν
ἀχλάδα
Μέσα στὸν μεγάλο κῆπο
Σὰν ἄστρα
πέσαν πάνω στὸ καταπράσινο
Χορτάρι,
Οἱ χρυσοί, οἱ
ζουμεροὶ καρποί,
Οἱ καλὰ
ὡριμασμένοι.
Καὶ γέμισε χαμόγελα, ὁ κόσμος ὁλόγυρα
Γέμισε χαρά, μ’ αὐτὰ
τὰ δῶρα
τῆς φύσης.
Κι ὅσοι λάχαν,
Γεμίσανε τὰ καλάθια καὶ
τὶς ποδιὲς
Καὶ τὶς
τσέπες ἀκόμη.
Καὶ τὰ
μάτια γεμίσαν ἔλεος
Ἀπὸ
τὸν πλούσιο καρπό,
Ἀπὸ
τὴν δροσερὴ
καὶ τὴ
γλυκειά του σάρκα.
Ὅσοι λάχαν ὅμως
Τόσοι φάγαν
Οἱ ἄλλοι
ποὺ κυνηγοῦσαν
ὄνειρα πάνω στὰ
βουνὰ
Ἢ ψάχναν θησαυροὺς
μέσα στ’ ἀγκάθια
Δὲ φάγαν.
Καὶ φύτρωσε μέσα τους ἕνας φθόνος
Γέμισε τὸ στόμα τοὺς
χολή.
Κ’ ἦταν ἄσκημο
πράμα.
Ἀντρέας Καμπᾶς,
(1919-1965), Ἀνθολογία Σπύρου Κοκκίνη, Ἑστία,
2008
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου