Άρια Κομνηνού: Κ. Καβάφης |
Eκεί που στριμώχνεσαι στο
λεωφορείο, επιστρέφοντας
στο σπίτι
που γυρνάς από γραφείο σε
γραφείο ζητώντας μια δουλειά
που επιχειρεί να σε
ταπεινώσει ένας ψηλότερα ιστάμενος
που εκτοπίζεσαι από
πειθήνιους νεοφερμένους
που χαίρεσαι για τα καλά
λόγια που ειπώθηκαν για σένα
που θά᾽ θελες ν᾽ ακούσεις κι άλλα κι ας μην
τ᾽ομολογείς
εκεί που πατάς γκάζι στα 180
με το καινούριο σου
αυτοκίνητο
που δεν τσιγκουνεύεσαι άλλο
στα δώρα που προσφέρεις
που φλυαρείς,
ψιλογκομενίζεις, πας να φρεσκάρεις
τη φιγούρα σου
που ξάφνου μέσα στην
επιπολαιότητα έχεις μιαν
έκλαμψη ευφυίας
εκεί που αρνιέσαι την
υποχρεωτική κατάργηση της μοναξιάς
που δεν αποδέχεσαι την
καθεστωτική επιβολή της ευτυχίας
που νιώθεις κυρίαρχος του
παιχνιδιού ενώ είσαι
χαμένος από χέρι
που βγαίνεις με σημάδια απ᾽τους λαβυρίνθους
της πολιτικής
εκεί που αγωνιάς για τ᾽αποτελέσματα μιας αξονικής
που στενοχωριέσαι για τις
αρρώστιες των μακρινών σου
ανθρώπων
που ελπίζεις πως όλοι θα
βγουν γεροί απ᾽το νοσοκομείο
εκεί που σταματάς τα πάντα
ενώ τρέχουνε οι προθεσμίες
που περνάς βδομάδες
ψάχνοντας τη λέξη που ακριβώς
χρειάζεται
ώσπου ένας άλλος μέσα σου σε
απαλλάσσει, αναλαμβάνει
να το κάνει
εκεί που λες όλα αυτά είναι
αστεία μπρος στο κυνήγι
του ψωμιού
κι έπειτα βλέπεις ότι χωρίς
τις λέξεις τίποτα δεν αποκτά
υπόσταση...
Εκεί πάνω σε βρίσκει ποίηση.
Η ποίηση έρχεται να σε βρει
με ποδήλατο, με μηχανάκι, με αυτοκίνητο
άλλοτε έρχεται σαν αμαζόνα
με το σπαθί υψωμένο
άλλοτε σε ακολουθεί από το
σουπερμάρκετ σαν κουρελού ζητιάνα
σε παρασύρει όπως πορνοστάρ
σε φαντασιακές αβύσσους
σε ανακαλεί στην τάξη σαν
διευθύντρια αναμορφωτηρίου
σου εμφανίζεται στα έγκατα
του ύπνου σαν άσπιλη παρθένα
σ' εξαπατά στέλνοντας στη
θέση της μια θεραπαινίδα της κι εσύ νομίζεις πως την έριξες επιτέλους στο
κρεβάτι σου
σε καλεί με ντουντούκα να
φωνάξεις κομματικά συνθήματα
σε περιπαίζει δίνοντας
προτεραιότητα στις σοβαρές σου ασχολίες
σου γεμίζει το άδειο
γραμματοκιβώτιο των φιλοδοξιών
σε δελεάζει με όνειρα δόξας,
χρήματος, αθανασίας
σε πείθει σαν άπιστη ερωμένη
πως είναι δική σου μόνο,
σε προσπερνάει για να
ξεσκονίσει νεκροζώντανους αρχηγούς
σου φουσκώνει τις ουτοπίες
όσο να σκάσουν σαν μπαλόνι
σου θυμώνει άμα δεν βλέπεις
ότι προσπαθεί να διαλύσει την ομίχλη
σου ζητάει βοήθεια άμα την
κυνηγούν οι εξουσίες που αψήφησε
σου λέει πώς κι όταν τις
υμνούσε, κρυφά τις υπονόμευε
σου επισημαίνει τις
κοινοτοπίες, σου ανατρέπει τ'
αυτονόητα
σου ψιθυρίζει μυστικά που
πρέπει εσύ να εξιχνιάσεις
σου φωτίζει πράγματα που
μέναν σκοτεινά ως τότε
ώσπου κάποια στιγμή σε
ανταμείβει για την αφοσίωση σου
σου αποκαλύπτει την αλήθεια,
σου λέει καθαρά πως
ανήκει σε όλους.
Εκεί πάνω η ποίηση βρίσκει
τον καθένα μας.
Τίτος Πατρίκιος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου