Κυριακή 2 Φεβρουαρίου 2014

ΤΑ ΤΖΑΚΙΑ ΚΑΙ Η ΚΑΤΟΧΗ… του Δ. Κούκουνα (Μέρος 2ον)

Dmitri Kessel, Αθήνα 1944


ΟΙ ΔΟΣΙΛΟΓΟΙ ΚΑΙ ΤΑ ΕΝΟΧΑ ΜΥΣΤΙΚΑ ΤΗΣ ΚΑΤΟΧΗΣ

Του Δημοσθένη Κούκουνα, Συγγραφέα- Ιστορικού

(συνέχεια…)

Πολλοί κερδοσκόπησαν και πλούτισαν επί Κατοχής (οικονομικοί μεγαλοδοσίλογοι). Δεν είναι απαραιτήτως όλοι αυτοί μαυραγορίτες. Είναι όμως όλοι τους εκείνοι που δεν δίστασαν να συναλλαγούν με τις Αρχές Κατοχής, αναλαμβάνοντας προμήθειες ή κατασκευές για λογαριασμό τους και που απέκτησαν την τεράστια περιουσία τους, ελισσόμενοι επί Κατοχής και εκμεταλλευόμενοι τις περιστάσεις. Την ώρα που άλλοι συνάδελφοί τους πεινούσαν και δυστυχούσαν, που κυριολεκτικά δεν είχαν να θρέψουν την οικογένειά τους, που δεν μπορούσαν να διατηρήσουν τις επιχειρήσεις τους ή για λόγους αρχής δεν δέχονταν να ασκήσουν το επάγγελμά τους υπό τις συνθήκες αυτές, οι άνθρωποι αυτοί έσπευσαν με περισσή προθυμία να υπηρετήσουν τον κατακτητή ως νεροκουβαλητές.
 Είναι γνωστή η περίπτωση μεγαλοβιομηχάνου επίπλων, ο οποίος επέτυχε να διαφθείρει τους συνήθως άτεγκτους σε τέτοια θέματα Γερμανούς αξιωματικούς της επιμελητείας και μοιραζόμενος μαζί τους τα δυσθεόρατα κέρδη που τόσο ακόπως αποκόμιζε, προμήθευε με έπιπλα για την καθημερινή τους διαβίωση τους Γερμανούς. Π.χ. ερχόταν με μετάθεση στην Ελλάδα ένας αξιωματικός και, με μέριμνα της επιμελητείας, επιτασσόταν το δωμάτιο ενός καλού αστικού σπιτιού και του το παραχωρούσαν για να κατοικεί. Οι «μιλημένοι» της επιμελητείας πήγαιναν πριν για να το επιθεωρήσουν και διαπίστωναν ότι χρειαζόταν καινούργιο κρεβάτι, καινούργιο σαλόνι, καινούργιο γραφείο κ.ο.κ.
Αλλά τα έπιπλα της κατάστασης δεν παραδίδονταν παρά μόνο στα χαρτιά, αφού άλλωστε τα έπιπλα της ελληνικής οικογενείας που είχε διαταχθεί να παραχωρήσει το επιταγμένο δωμάτιο ήταν σε καλή κατάσταση. Αυτό γινόταν συστηματικά και έτσι συνέρρεε στα ταμεία του Έλληνα προμηθευτή πλούτος και πάλι πλούτος. Αλλά πλούτος αθέμιτος, ούτως ή άλλως. Οι Γερμανοί «συνεταίροι» έπαιρναν τη μίζα τους και όλα κυλούσαν ομαλά, με μόνιμο χαμένο την Τράπεζα της Ελλάδος που όλο και πλήρωνε. Μέχρι που κάποια στιγμή η ειδική υπηρεσία «εσωτερικών υποθέσεων» της γερμανικής επιμελητείας εντόπισε την απάτη.
 Τόσο οι Γερμανοί όσο και ο Έλληνας «συνεταίρος» τους συνελήφθησαν και παραπέμφθηκαν στο στρατοδικείο. Σε τέτοιες περιπτώσεις οι ποινές ήταν εξοντωτικές, συνήθως θανατικές, ιδιαίτερα για τους Γερμανούς που ήταν αναμεμιγμένοι. Ειδικά μάλιστα τότε, την εποχή του πολέμου, η χιτλερική Γερμανία είχε εκδώσει έναν ιδιώνυμο νόμο «περί προσβολής της εθνικής τιμής» στο εξωτερικό, δηλ. στις κατεχόμενες χώρες. Όποιος Γερμανός αξιωματικός ή οπλίτης λοιπόν υπέπιπτε σε αδικήματα που διέσυραν τη χώρα του (π.χ. βιασμοί, κλοπές, διαφθορά, απρόκλητες προσωπικές επιθέσεις κλπ.) υφίστατο αυστηρότατες κυρώσεις.
 Θα αναρωτηθείτε τη συνέχεια. Ο Έλληνας επιπλοβιομήχανος (πρόκειται περί του Ελ. Σαρίδη) επέζησε. Ύστερα από κάποιων μηνών αγωνία για τη ζωή του, κατάδικος ων πλέον, επέτυχε να μετατραπεί η ποινή του. Για να το κατορθώσει αυτό, πλήρωσε ένα μυθώδες ποσόν σ’ έναν άλλον Έλληνα. Σ’ έναν γερμανομαθή νεαρό τότε Έλληνα δικηγόρο, ο οποίος ως «εξ απορρήτων» του Αρχιεπισκόπου Δαμασκηνού είχε καλλιεργήσει ισχυρές φιλίες με τους εδώ Γερμανούς διπλωμάτες και στρατηγούς. Έχοντας τις κατάλληλες συστάσεις στην τσέπη του, ταξίδεψε στο Βερολίνο και κατόρθωσε να γλυτώσει τον πελάτη του. Όχι όμως και τους Γερμανούς «συνεταίρους» του τελευταίου. Ο Έλληνας προμηθευτής θα είχε μεταπολεμικά να διηγείται τις διώξεις που υπέστη από τους Γερμανούς, χωρίς βέβαια να αναφέρει στους αγνοούντες από τους συνομιλητές του περί τίνος επρόκειτο, ενώ ο νεαρός εκείνος δικηγόρος (ο Ιωάννης Γεωργάκης, έπειτα εξ απορρήτων του μεγαλοεφοπλιστή Αριστοτέλη Ωνάση) επέπρωτο αργότερα να γίνει μέλος της Ακαδημίας Αθηνών...
 Αν κάπως έτσι αντλούσαν τα αμύθητα κέρδη τους οι προμηθευτές των Αρχών Κατοχής, φαντασθείτε τι γινόταν με τους εργολάβους και τους κατασκευαστές τεχνικών έργων. Ας αναλογισθούμε την πρώτη ημέρα της Κατοχής πόσοι δρόμοι, πόσα γεφύρια, πόσα λιμάνια και πόσες εγκαταστάσεις είχαν καταστραφεί. Αλλά και στη συνέχεια πόσες ανάγκες προέκυπταν για τις Κατοχικές Αρχές να ανεγείρουν φυλάκια, διάφορες εγκαταστάσεις, στρατόπεδα, οικήματα, φυλακές, κτίρια, αποθήκες, να ιδρύουν ή να επεκτείνουν αεροδρόμια και λιμάνια, να κατασκευάζουν οχυρωματικά έργα κ.ο.κ. Έτσι άρχισε η «χρυσή εποχή» των διαπλεκομένων κατασκευαστών. Όμως πολλά γνωστά ονόματα συνεργάστηκαν. Είναι χαρακτηριστικό ότι ένας Έλληνας πολιτικός μηχανικός (που δεν καταδικάστηκε!) έφτασε στο σημείο να εφεύρει ένα υποκατάστατο των φορτηγίδων που οι Γερμανοί χρησιμοποιούσαν για τη μεταφορά υλικών στα νησιά. Οι Γερμανοί ενθουσιάστηκαν τόσο πολύ που είχαν εξασφαλίσει μια τέτοια καινοτόμο λύση για τις μεταφορές τους, ώστε έστειλαν αντίγραφα της εφεύρεσης στο Βερολίνο και από εκεί σε άλλες παραθαλάσσιες κατεχόμενες χώρες. Εννοείται ότι ο ίδιος θησαύρισε εξωφρενικά, αφού άλλωστε και εδώ το Ελληνικό Δημόσιο πλήρωνε.
 Οι πολιτικοί μηχανικοί που είχαν αναλάβει την εκτέλεση τεχνικών και οχυρωματικών έργων από τις αρχές της Κατοχής μέχρι την άνοιξη του 1944 κέρδισαν κυριολεκτικά αμύθητα ποσά.
 Στη συνέχεια σχεδόν όλοι αυτοί, χωρίς να πάψουν να παίρνουν αναθέσεις και να συνεχίζουν την είσπραξη των αμύθητων κερδών τους, περνούν σε ένα άλλο στάδιο: σκέπτονται και το αύριο. Αρχίζουν να ενισχύουν οικονομικά διάφορες αντιστασιακές οργανώσεις, να χρηματοδοτούν αντιστασιακά έντυπα, στέλνουν κάποιο από τα παιδιά τους στα βουνά ή ακόμα και στο εξωτερικό για να «συμμετάσχουν στον κατά του εχθρού πόλεμο», ή επιτυγχάνουν να διασυνδεθούν με πράκτορες των συμμαχικών υπηρεσιών, στους οποίους παραδίδουν τα τοπογραφικά των έργων που εκτελούν και σωρεία άλλων χρήσιμων πληροφοριών που υποπίπτουν στην αντίληψή τους περί οχυρώσεων, νηοπομπών, ελλιμενισμών κλπ. Πολλές φορές τα χρήσιμα στοιχεία που διοχετεύονται στο Στρατηγείο Μέσης Ανατολής καταλήγουν στον βομβαρδισμό των υπό εκτέλεση έργων. Αλλά αυτό δεν είναι άσχημο, διότι έτσι παίρνουν νέα ανάθεση να ξαναρχίσουν από την αρχή, οπότε αυξάνεται ο τζίρος.
 Με όλη αυτή τη διαδικασία, πολλοί από τους κατασκευαστές, που παραπέμφθηκαν μεταπολεμικά να δικαστούν για δοσιλογισμό στην Ελληνική Δικαιοσύνη, έφεραν ως μάρτυρες υπεράσπισης Βρετανούς αξιωματικούς ή αξιόπιστους αντιστασιακούς, οι οποίοι φυσικά κατέθεσαν ότι οι κατηγορούμενοι συνέβαλαν στη ...συμμαχική νίκη. Ευνόητο είναι ότι σχεδόν όλοι αθωώθηκαν και οι θησαυροί-θησαυροί. Μια τέτοια χαρακτηριστική περίπτωση ήταν των μετόχων μιας τεχνικής εταιρίας, γνωστών ονομάτων της αθηναϊκής κοινωνίας (ο αδελφός του ενός υπήρξε μάλιστα επί πολλά χρόνια βουλευτής και υπουργός), οι οποίοι όχι μόνο δεν καταδικάστηκαν, αλλά και ...παρασημοφορήθηκαν! Φυσικά στα μεταπολεμικά χρόνια διατήρησαν όλη τους την αίγλη και συνέχισαν οι ίδιοι, και σήμερα οι κληρονόμοι τους, να παίρνουν μεγάλα δημόσια έργα με προϋπολογισμούς που καλύπτονταν από τις αμερικανικές βοήθειες.
 Κάπως έτσι έχει γραφεί η ιστορία των οικονομικών δοσιλόγων. Και αφού τελικά δεν τα κατάφεραν να γλυτώσουν τις καταδίκες και τις τιμωρίες, επανήλθαν λαύροι και στελέχωσαν τη νεώτερη μεγαλοαστική τάξη.
Μεταπολεμικά η ελληνική πολιτεία, αν και τιμώρησε τους οικονομικούς δοσιλόγους, δεν εξάντλησε την αυστηρότητά της ώστε να τους απομονώσει. Ούτε και η κοινωνία τους απολάκτισε. Αντίθετα, οι αρχές τους αντιμετώπισαν συχνά ευνοϊκά, σεβόμενες προφανώς την ογκώδη οικονομική επιφάνεια που είχαν στο σκότος και σε βάρος του λιμώττοντος λαού αποκτήσει.
 Και όταν κάποτε ο οικονομικός δοσιλογισμός ξεχάστηκε, τα ίδια πρόσωπα, δηλ. πολλά απ’ αυτά, επανέκαμψαν με ζήλο στην επιχειρηματική δράση. Απαίτησαν προνόμια και τα έλαβαν. Με τα ισχυρά κεφάλαια, κεφάλαια που είχαν αποκτηθεί με κατοχικό «ιδρώτα» και υπό καθεστώς άκρατου αμοραλισμού, επένδυσαν σε μονοπωλιακά ή ολιγοπωλιακά είδη και τα πολλαπλασίασαν. Έγιναν οι Ηρακλείς της ελληνικής οικονομίας.
 Εκτός από τους αναφερόμενους οικονομικούς δοσιλόγους, υπάρχουν και άλλες παρεμφερείς κατηγορίες, όπως οι κατοχικοί μεγαλομαυραγορίτες. Διαθέτοντας και καλλιεργώντας πάσης φύσεως διασυνδέσεις με τις Αρχές Κατοχής συγκέντρωσαν στα χέρια τους ποσότητες δυσεύρετων ειδών, κυρίως τροφίμων ευρείας κατανάλωσης, που τις έσπρωχναν στην κατανάλωση με χιλιοπλάσιες τιμές. Το αποτέλεσμα ήταν οι μεν μαυραγορίτες να θησαυρίζουν ανενόχλητοι και φυσικά ανεξέλεγκτοι, ο δε λαός να στερείται τα στοιχειώδη αγαθά που θα μπορούσε να προμηθευθεί, εκτός αν ήταν έτοιμος να διαθέσει ένα ολόκληρο σπίτι για να εξασφαλίσει λίγα μόλις γεύματα. Οι θάνατοι από πείνα οφείλονται σ’ αυτό το κλίμα μαυραγοριτισμού που απλώθηκε επί Κατοχής, ιδιαίτερα τον πρώτο χρόνο, τον φοβερό χειμώνα 1941-42.
Το παράδοξο όμως είναι που μεταπολεμικά αυτοί οι μεγαλομαυραγορίτες επέζησαν οικονομικά, αλλά και κοινωνικά, παρά το γεγονός ότι η κατοχική συμπεριφορά τους ήταν πάνω απ’ όλα αντικοινωνική και ανθελληνική. Και βεβαίως όσοι δεν επέζησαν βιολογικά, είχαν τους φυσικούς διαδόχους τους για να πάρουν τη σκυτάλη και να συνεχίσουν το μεσουράνημα των επιχειρήσεών τους. Και πάλι το κατοχικό παρελθόν ξεχάστηκε. Και έχουμε χαρακτηριστική περίπτωση τον γόνο ενός τέτοιου μεγαλομαυραγορίτη τροφίμων, διαθέτοντα πάντα το ισχυρότατο ταμείο που με τέτοια διαγωγή είχε σχηματίσει ο πατέρας ή ο παππούς του, να φθάσει - πενήντα χρόνια αργότερα - στη δημοσιότητα, ως αγοραστής της κληρονομητέας έπαυλης Μινέικο του Ψυχικού, την οποία αγόρασε από τον Ανδρέα Παπανδρέου. Είναι εκείνος που στη συνέχεια ήρθε πάλι στη δημοσιότητα, ζητώντας να του επιστραφούν τα χρήματα που είχε διαθέσει για την αγορά, η οποία ύστερα από ένα περίπλοκο πλέγμα διαδικασιών, ακυρώθηκε. Και, να προσθέσουμε, είναι ο ίδιος που στα τελευταία χρόνια τιμήθηκε με ηγετική θέση στη διοίκηση του Κολλεγίου Αθηνών.
 Όλους αυτούς τους οικονομικούς μεγαλοδοσιλόγους, που απέκτησαν τέτοιες αμύθητες περιουσίες, ο πανδαμάτωρ χρόνος - όπως ήταν αναμενόμενο - δεν τους λησμόνησε και ελάχιστοι σήμερα ίσως επιζούν. Αλλά και εκείνοι που πέθαναν και εκείνοι που τυχόν ζουν ανάμεσά μας, έχουν επιμελώς αποκρύψει το πραγματικό παρελθόν τους. Θα ήταν έλλειψη στοιχειωδών φυσικών ανακλαστικών, αν γινόταν διαφορετικά.

ΠΗΓΗ: aera2012.blogspot.gr


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου