Εκ των ενόντων, με συγκαταβάσεις
μας κάλεσαν μια μέρα ν’ ανεβούμε
στην γέφυρα που στήσανε μπροστά μας.
Μ’ αυτό δεν το δεχτήκαμε…
Δεν ξέρω πώς, όμως δεν μάθαμε ποτέ ποια τρεχαντήρια
από ποιαν θάλασσα μας έφεραν τα ψάρια
που σπαρταράν στο στήθος μας
και νιώθουμε γλυκεία την δυνατήν αρμύρα.
Χθες όμως και προχθές κι ακόμη σήμερα
το γεγονός αυτό πούναι πολύ παλιότερο
πιστοποιήθηκε και πάλι…
Κι ακόμη τρέμουν οι καρδιές μας μέσα – μέσα
γιατί βαθειά μας ξύπνησαν τ’ αρχαία τρεχάματά μας.
Και ξεφυλλίζουνε τα φύλλα
πάρα πολλών ετών
Ίσως γι’ αυτό δεν ανεβήκαμε στη γέφυρα των άλλων,
μα πέσαμε στα κύματα και γίναμε ένα
με την δική τους έκτασι και το δικό τους βάθος…
Κ’ έτσι,
όσο κι αν τύχη να μεταβληθούνε τα χαράματα,
όσο κι αν τύχη να τροποποιηθούνε τα καράβια,
πάνω γραμμή,
κάτω γραμμή,
θα τρέχουνε τα κύματα,
θα τρέχω με τα κύματα,
θα τρέχουμε τα κύματα,
όποια κι αν είναι εμπρός μας τα λιμάνια.
Ανδρέας Εμπειρίκος, Οι κύκλοι του Ζωδιακού, Ανέκδοτα Κείμενα από τη συλλογή «Γραπτά ή Προσωπική μυθολογία», εκδ. Άγρα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου