Τετάρτη 30 Ιουνίου 2021

Μετρημένα... Διγ.

Sasha Gusov, Israel 2010, gif by blogger

 

Μέχρι πέρσι, μέτραγα παγωτά και μπάνια.

Αν μη τι άλλο, μπούχτισα.


Φέτος, θα μετρήσω μισομεθυσμένα υφάλμυρα φιλιά

και κάθιδρες τυχαίες ερωτοτροπίες.


Το λογαριασμό, ανάμενέ τον το Σεπτέμβρη·

μάλλον εκκαθαριστικός.

Διγ.,

https://saligari.net/





Δευτέρα 28 Ιουνίου 2021

Κι όποιον φιλούσε... Γιώργος Γαβαλάς

David Dubnitskiy

 

Εδώ η ζωή απλώνονταν καμπίσια.

Πατήσαμε στράτες για τη θάλασσα, στράτες για τα βουνά,

στήσαμε σπίτια από πλίθα κι άχυρο, με μεγάλα παράθυρα,

μπιστευτήκαμε το γιό μας στον άνεμο

και σκύψαμε στη γης, μετρώντας ρίζες και σπόρους.

Οι πεθυμιές μας δεν ξεπερνούσαν τα μπόγια των σταχιών

και στις κορφές των βράχων μαζώνονταν τα όνειρα,

έτσι που τα βράδια μας κυλούσαν ζεστά, φαμιλίσια,

μαντεύοντας απ’ τ’ άστρα τον αυριανό καιρό…


Πέρασ’ ο κάμπος απ’ τα μάτια μας και γιόμωσε σπαρτά,

πέρασ’ η νύχτα απ’ τα χέρια μας και γιόμωσε πρωί,

πέρασ’ η γης από το σώμα μας

κ’ ήρθανε θεριστάδες, κ’ ήρθανε χτιστάδες,

κ΄ήρθαν λιγερές, μ’ αγκαλιές τ’ αγγόνια!


Εδώ η ζωή απλώνονταν τραγούδι,

κι όντας μεθούσε κι ο ουρανός στις γιορτινές τις μέρες,

έντυν’ αντάμα τα βουνά σαν λαμπροκόριτσα,

κ’ έρχοντάν τσελιγγάδες στους ώμους με τις γκλίτσες,

κ’ έρχονταν νιές, κ’ έρχονταν νιοί,

κ’ έρχονταν μια χαρούμενη μ’ αντίς μαλλιά λουλούδια,

που κράταγε στο βήμα της μιλιάν απ’ τις νεράιδες,

που κράταγε στις δίπλες της των αμπελιών τη ζάλη,

κι όποιον κοιτούσε νύσταζε,

κι όποιον φιλούσε ζήταγε τον χάρο να παλαίψει,

κι άμα σε γλυκοπλάγιαζε

στη νύχτα μέτραγες τ’ αστέρια για παιδιά σου.

Γιώργος Γαβαλάς, Ζωγραφιές από το μακρυνό δάσος, 1949

(Ανθολογία Η.&Ρ. Αποστολίδη)


Παρασκευή 25 Ιουνίου 2021

Γειτονοπούλα μου όμορφη... Αντρέας Μοθωνιός

Ragnar B. Varga

 

Μόνο για να κρατάς

μιαν αγκαλιά χρυσάνθεμα

και να σπαθίζουν χελιδόνια

μες στα μάτια σου,

ποιος άνεμος

και ποιο καράβι σε ταξίδεψε

με την παντιέρα διάπλατη,

με δώδεκα σειρές αγγέλων

στα πλευρά του,

άγουρη, ντροπαλή

σαν πρωτοβρόχι;..

Αχ! Οι καρδιές των αγοριών

σπαράζουν απ’ τα βάσανα!

Μεράκι, ντέρτι του κρασιού,

γειτονοπούλα μου όμορφη,

σπάζουνε ρόδα οι καρδιές

μπροστά στην πόρτα σου

μαδούνε μαργαρίτες τα όνειρα

σαλτάρουν μες στο γιασεμί

οι ένοχες κραυγές!

Γειτονοπούλα μου όμορφη,

πότε θ’ ανοίξεις το παράθυρο

να λάμψει ο ήλιος

να γαληνέψη το αίμα-

να κοιμηθούνε ήσυχες

της γειτονιάς οι μάνες

και να μερέψουν οι μικρές

καρδιές των αγοριών;..

Αντρέας Μοθωνιός, ο Α, 1949

(Ανθολογία Η.&Ρ. Αποστολίδη)


Πέμπτη 24 Ιουνίου 2021

Σπουδαίος οπλισμός... Κώστας Σοφιανός


 

mr chill


Δε σου γυρεύει σπουδαίο οπλισμό

το καλοκαίρι.

Μπορείς να βγαίνεις και γυμνός.

Κώστας Σοφιανός

(Ανθ. Η.&Ρ. Αποστολίδη)


Δευτέρα 21 Ιουνίου 2021

Και είδα και θαύμασα... Οδυσσέας Ελύτης

Δημήτρης Χαρισιάδης, Μύκονος 1955

 

                                      Τότε είπε και γεννήθηκεν η θάλασσα

                                      Και είδα και θαύμασα

Και στη μέση της έσπειρε κόσμους μικρούς 

κατ' εικόνα και ομοίωσή μου:

                                     Ίπποι πέτρινοι με τη χαίτη ορθή

                                     και γαλήνιοι αμφορείς

                                     και λοξές δελφινιών ράχες

         η Ίος η Σίκινος η Σέριφος η Μήλος

«Κάθε λέξη κι από 'να χελιδόνι

για να σου φέρνει την άνοιξη μέσα στο θέρος» είπε

Και πολλα τα λιόδεντρα

        που να κρησάρουν στα χέρια τους το φως

        κι ελαφρό ν' απλώνεται στον ύπνο σου

και πολλά τα τζιτζίκια

       που να μην τα νιώθεις

       όπως δε νιώθεις το σφυγμό στο χέρι σου

αλλά λίγο το νερό

       για να το 'χεις Θεό και να κατέχεις τι σημαίνει ο λόγος του

και το δέντρο μοναχό του

       χωρίς κοπάδι

      για να το κάνεις φίλο σου

      και να γνωρίζεις τ' ακριβό του τ' όνομα

φτενό στα πόδια σου το χώμα

      για να μην έχεις που ν' απλώσεις ρίζα

      και να τραβάς του βάθους ολοένα

και πλατύς επάνου ο ουρανός

     για να διαβάζεις μόνος σου την απεραντοσύνη


                                                     ΑΥΤΟΣ

                                                    ο κόσμος ο μικρός ο μέγας!


Οδυσσέας Ελύτης, Το Άξιον Εστί, εκδ Ίκαρος 1979


Σάββατο 19 Ιουνίου 2021

Επίσκεψη... Νικηφόρος Βρεττάκος

Μιχάλης Μοσχολιός, Σίφνος

 

Πότε ασβέστωσες, Θεέ μου; Πότ’ έκοψες

αυτές τις μυρτιές; Πότ’ έπλυνες πάλι το κόκκινο τζάμι σου

και πέφτει ένα φως ρουμπινί από την άνοιξη

στης Μαρίας το μάγουλο;

Όλα

είναι σε τάξη. Κ’ εγώ που ανηφόρισα

το βουνό, δε μιλώ. Στο πεζούλι σου κάθομαι

και κοιτάζω το δρόμο. Θα τον έκανα λέξεις

να τον έχτιζα πάλι, μα δεν έχω καιρό.

Με προσμένει πιο κάτω ο αγέρας, να φύγουμε.

Τη Μαρία περιμένω, ν’ ανοίξει την πόρτα,

να βγει μια στιγμή. Μούχει τάξει

ένα αγριολούλουδο.

Νικηφόρος Βρεττάκος, Παιχνίδια με τα χρώματα


Πέμπτη 17 Ιουνίου 2021

Πολιορκημένη γειτονιὰ... Γιάννης Ρίτσος

Τάκης Τλούπας, Σκύρος 1967

 

Τα ρούχα τ' απλωμένα στο σύρμα

είναι οι βασανισμένες σημαίες της ζωής.

Όταν έχει λιακάδα λάμπουν τα χρώματα νωπά,

και τα τίμια μπαλώματα στους αγκώνες 

και στα γόνατα, στις φανέλλες, στα σώβρακα:

σα φρεσκοβαμμένοι φεγγίτες!

Αν κοιτάξεις μέσα όλα συγυρισμένα και παστρικά

καρτερικά και δυνατά–η γειτονιά μας ταξιδεύει

με τ' απλωμένα της ρούχα στη λιακάδα

σα σημαιοστόλιστο καράβι

το Δεκαπενταύγουστο για την Τήνο!

Γιάννης Ρίτσος, Ποιήματα 1930-1960 


Τρίτη 15 Ιουνίου 2021

Η Ξανθούλα... Διονύσιος Σολωμός

Νικόλαος Τομπάζης, Ύδρα 1951.

 

Την είδα την Ξανθούλα,

την είδα ψες αργά,

που εμπήκε στη βαρκούλα

να πάει στην ξενιτιά.


Εφούσκωνε τ’ αέρι

λευκότατα πανιά,

ωσάν το περιστέρι

που απλώνει τα φτερά.


Εστέκονταν οι φίλοι

με λύπη, με χαρά,

κι αυτή με το μαντίλι

τους αποχαιρετά.


Και το χαιρετισμό της

εστάθηκα να ιδώ,

ώς που η πολλή μακρότης

μου το ’κρυψε και αυτό.


Σ’ ολίγο, σ’ ολιγάκι

δεν ήξερα να πω

αν έβλεπα πανάκι

ή του πελάγου αφρό·


και αφού πανί, μαντίλι

εχάθη στο νερό,

εδάκρυσαν οι φίλοι,

εδάκρυσα κι εγώ.


Δεν κλαίγω τη βαρκούλα,

δεν κλαίγω τα πανιά,

μόν’ κλαίγω την Ξανθούλα,

που πάει στην ξενιτιά.


Δεν κλαίγω τη βαρκούλα

με τα λευκά πανιά,

μόν’ κλαίγω την Ξανθούλα

με τα ξανθά μαλλιά.

Διονύσιος Σολωμός, Άπαντα, εκδ. Ίκαρος 1961


Κυριακή 13 Ιουνίου 2021

Άμες δε γ' ειμές... Κωνσταντίνος Μ. Μάστρακας

Goran Boricic

 

Στο μέσον, πιά, της ηλικίας,

έμπλεος εμπειρίας κι ωριμότητος,

πλέει, ως εκ τούτων, σε πελάγη ευτυχίας

και μένει μνήμων παιδικής αγνότητος!..

Κωνσταντίνος Μ. Μάστρακας, Ζώνη Ασφαλείας, εκδ. Andys

(μες δέ γ’ εμές =Εμείς είμαστε τώρα)


Σάββατο 12 Ιουνίου 2021

Κάποιο όνειρο... Ρεβέκκα Μαυρομιχάλη

Γιάννης Κρίκης, Μονή Διονυσίου, Άγιον Όρος.

 

Πλάσαμε μαζί ένα όνειρο

-δεν ξεπερνούσε τα μέτρα μας…

Το αναστήσαμε πλέκοντας γύρω του

τα γερά μπράτσα μας,

να το προστατέψουμ’ απ’ την παγωνιά.

Μα ψήλωσε τόσο πολύ

-ξεπέρασε το μπόι μας.

Ας τ’ αφήσουμε στα χέρια

του θεού, κι εκείνος

όπως θέλει ας το μεγαλώση!

Ρεβέκκα Μαυρομιχάλη, περ. Τα Νέα Ελληνικά, τχ 12, Δεκ. 1966


Πέμπτη 10 Ιουνίου 2021

Απλώνω την αγκαλιά μου... Μάτση Ανδρέου

Robin Rice, Anguilla

 

Απλώνω την αγκαλιά μου και συνάζω,

όλα τα μάτια, και τους καημούς, τα βράχια, τ’ ακρογιάλια,

τους αετούς, τη μουσική όλων των κλαριών, τον αφρό όλων                                                                                        των κυμάτων.

Απλώνω την αγκαλιά μου και συνάζω,

όλους τους ασφόδελους που φύτεψα στα βράχια, όλα μου

τα μεράκια, τα ντέρτια – το τσιφτετέλι και το ζεϊμπέκικο,

το κρεμεζί μου το μαντίλι και τις γαλάζιες μου τις χάντρες.

Απλώνω την αγκαλιά μου και συνάζω,

όλα μου τα κολύμπια στην Κινέτα, τον έρωτά μου με το φως

και τα βότσαλα, την αναπνοή μου όταν αγαπώ, το φόβο μου

όταν με διώχνουνε, την έξαρσή μου όταν θέλω, τη χαρά μου                                                                                                 όταν ζω.

Απλώνω την αγκαλιά μου και συνάζω,

όλες τις μέρες του χρόνου – δικές μου είναι, από τη μιαν

αυγή στην άλλη – με πλημμυρίζουνε ανοιξιάτικες ευωδίες,

ξεφάντωμα και κορεσμός του ήλιου.

Μάτση Ανδρέου, Μάης, Ιούνης και Νοέμβρης, 1944 (Ποιήματα 1944-1985, εκδ. Ίκαρος, Αθήνα 1989)


Τρίτη 8 Ιουνίου 2021

Χάρτινα όλα… Ρένος Αποστολίδης

Astrid Germain Camargue by Jean-Marc Bulles.

 

Ένα μάτσο θύμησες κάθε απομεσήμερο…

Χάρτινα όλα δίχως εσένα-

χάρτινα χόρτα,

χάρτινα σπίτια,

χάρτινοι κήποι,

χάρτινα λουλούδια,

χάρτινα χρυσάνθεμα,

χάρτινες στιγμές,

χάρτινοι άνθρωποι

-κ’ εγώ, χάρτινος κ’ εγώ,

παλιόχαρτο δίχως εσένα,

που το παίρνει ο άνεμος…


Χάρτινα όλα-και μόνο

ένα μάτσο θύμησες κάθε απομεσήμερο,

όχι χάρτινες παρά πικρές,

κατάπικρες και καταπράσινες!

Ρένος Αποστολίδης, περ. Τα Νέα Ελληνικά, τχ. 4, Απρ. 1966