Δημ. Χαρισιάδης, Ναυπηγεία Σκαραμαγκά 1970 |
Μὲς στὴν καρδιά μου ἔχω κλεισμένο / ἕνα μεγάλο Ἐσταυρωμένο /
Στὰ πόδια του – φτωχειὰ πιστή – / ἡ Ἐλπίδα κλαίει γονατιστή.
Τέλλος Ἄγρας
Ἀνθολογία Η.Ρ.Η.Σ.
Ἀποστολίδη, Ἀθ. 2010, Τὰ Νέα Ἑλληνικά,
12η ἔκδ.,
σελ. 6.
Ἑλληνικὸς Ἀπρίλης
Καλημέρα σας, ἄνθρωποι! Εἶπε τὸ πρῶτο φετινὸ χελιδόνι
κ’ ἔχτισε τὴ φωλιά του στὴν καρδιὰ τοῦ Ἀπρίλη / τοῦ Ἑλληνικοῦ!.. []
Ἐσεῖς ποὺ κρατᾶτε περίλυπο τὸ κεφάλι / πάνω στὶς ἄνεργες παλάμες σας,
κ’ ἔχει γίνει ποτάμι θολὸ ἡ σκέψη σας [].
Ξέρω πὼς ἦταν βαρύς <κι> ὁ φετινὸς χειμώνας. []
Ὅλες οἱ θημωνιὲς τῆς ἀγάπης κάηκαν ἀπ’ τὴν παγωνιά / τῆς ἀπελπισίας…
Ὤ, πόσο φουντώνει ἡ λαχτάρα μου νὰ σταθῶ
πάνω ἀπ’ τὴν πονεμένη σας ὥρα!
Θὰ πάρω ἕναν-ἕναν τοὺς ἄρρωστους τοῦ φετινοῦ χειμώνα,
ποὺ ἔφτασε καὶ στὴ χώρα σας ἀπ’ τοὺς σκοτεινοὺς οὐρανοὺς τοῦ Βοριᾶ,
καὶ θὰ τοὺς φέρω δίπλα στοὺς ταύρους τοὺς ἀρκαδικούς,
νὰ βοσκήσουν τὴ δύναμη τῆς ἀνάστασης.
Καλημέρα ψαρᾶδες ἀπ’ τὸ Μεσολόγγι, Μωραΐτες ξωμάχοι,
σφουγγαρᾶδες Καλυμνιῶτες, νησιῶτες θαλασσοψημένοι,
Ἀθηναῖοι γραφιᾶδες, ἔμποροι καὶ μεροκαματιάρηδες!
Βγῆτε ἀπ’ τὶς σκοτεινὲς κάμαρες τῶν ὑπολογισμῶν! []
Ἔξω ἀστράφτει ἡ Ἑλλάδα []!
Τὸ διαλαλοῦν οἱ μέλισσες, τὰ λουλούδια κ’ οἱ κορυδαλλοί,
σὰ μιάν [] ἀνέξοδη πραμμάτεια,
γιὰ τοὺς πολὺ φτωχούς, / γιὰ τοὺς πολὺ ἁπλούς,
γιὰ τοὺς πολύ-πολύ [] ἀνθρώπους!
Κρίτων Ἀθανασούλης
Ἀνθολογία
Η.Ρ.Η.Σ. Ἀποστολίδη, Ἀθ. 2010, Τὰ Νέα Ἑλληνικά, 12η ἔκδ., σελ. 13-4.
Οἱ Κοσμο-Σωτήρηδες
Πίστευε μὲ τὰ σωστά του ὅ,τι μοῦ ἔλεγε. Ἦταν ὄχι
ἁπλῶς ἐνθουσιασμένος ἀλλὰ ὁλοκληρωτικὰ συνεπαρμένος ἀπ’ τὴν ἀπρόσμενη τύχη του
κ’ ἤθελε νὰ τὴ μοιραστῇ -κάτι παραπάνω: νὰ τὴν διχάσῃ -ἀκόμη κι ἂν ἦταν νὰ
στερηθῇ τὴ μισή! Γιατὶ ἔτσι, στὸν εὔλογα τεταραγμένο νοῦ του, δὲν τὴ μείωνε -τὴν
πολλαπλασίαζε. Ἐπέλεξε ἐμένα γιατί, μὲ τὴν ἁγνή, λαϊκή του συνείδηση καὶ τὶς
πολὺ εὐαίσθητες κεραῖες του, μὲ θεωροῦσε ἐντελῶς δικό του ἄνθρωπο, περισσότερο
κι ἀπ’ τὰ ἀδέρφια του, ποὺ τὸν ἀγαποῦσαν ἀλλά «δὲν τὸν καταλάβαιναν»!..
Ἀπ’ τὴ μεριά μου, ὄντας Δικηγόρος, τὸν ἔβλεπα
κατ’ ἀρχὴν σὰν πελάτη -ἐντολέα μου. Προσπάθησα νὰ ἐντοπίσω τὴν ἀληθινή του
βούληση, τὴν ξεκαθάρισα θέτοντάς του τὰ λογικὰ καὶ ἠθικὰ ἐρωτήματα ποὺ
προέκυπταν, κι ἀφοῦ ἔλαβα ἱκανοποιητικὲς ἀπαντήσεις ἐργάστηκα ἀποτελεσματικὰ
κερδίζοντας δίκες. Ἐξετίμησα παράλληλα μιὰν ἰδιότυπη λεπταισθησία καὶ νοημοσύνη
καὶ τὸν ἔψεγα καταιγιστικὰ γιὰ τίς, πρὸς ἑαυτόν, ἀσυνέπειες καὶ τὴν ὅλη ἀνασουμπαλιὰ
τῆς ἰδιοσυγκρασίας του. Μιὰ μέρα τοῦ εἶπα ἀγανακτισμένος:
– Πόσο
θάθελα νάχες χρήματα! Πολλά χρήματα. Κάθε τρεῖς καὶ δύο γεννᾶς μιὰ σοβαρὴ νομικὴ
ὑπόθεση! Θὰ μποροῦσες νὰ συντηρήσῃς, ὥς τὴ σύνταξη, ὄχι μόνον ἐμένα ἀλλ’ ἀρκετοὺς
συναδέλφους. Δὲ θάχαμε ἀνάγκη ἄλλων πελατῶν!..
Κατέφθασε ἐκτάκτως ἕνα βράδυ στὸ Γραφεῖο μου ἀλαφιασμένος,
ἀλλοπαρμένος:
– Σωθήκαμε, μὲ βεβαίωσε! Γνώρισα ἕναν ἐκπληκτικὸ ἄνθρωπο. Μένει ἐδῶ
κοντά, σ’ ἕνα ἀπίθανο διαμέρισμα μὲ θέα ὅλη τὴν Ἀθήνα. Εἶναι Πολιτικὸς Μηχανικὸς
καὶ γόνος πλούσιας οἰκογένειας. Σχετικὰ νέος. Μ’ ἀμύθητη περιουσία. Μὲ δέχτηκε
σπίτι του. Τοῦ ἐκμυστηρεύτηκα τὰ οἰκογενειακὰ καὶ οἰκονομικά μου ἀδιέξοδα. Μὴ σὲ
νοιάζῃ, μοῦ εἶπε, γιὰ ὅλα ὑπάρχει λύση! Θὰ σηκώσῃ ἕνα πολυόροφο ξενοδοχεῖο στὴν
Ἀττική. Μοῦ ἀνέθεσε νὰ καλουπώσω καὶ νὰ ρίξω τὰ μπετά. Ὅταν τοῦ ἐξήγησα πὼς δὲν
ἔχω τὴν ἀπαιτούμενη ξυλεία, ἔβγαλε μισὸ ἑκατομμύριο καὶ μοῦ τόδωσε χωρὶς καμμιὰν
ἀπόδειξη! Νά το! Πάρε αὐτὰ γιὰ προκαταβολή, μοῦ εἶπε, κι ὅ,τι ἄλλο χρειαστῇς
ζήτα μου. Σ’ ἐμπιστεύομαι ἀπόλυτα. Προχωρᾶμε!..
–
Καταλαβαίνεις τί σοῦ λέω; Δὲν ἔχουμε πλέον ἀνάγκη χρημάτων! Ἔχουμε ὅσα θέλουμε.
Διῶξε ὅλους τοὺς ἄλλους πελάτες σου!..
– Δὲν μπορῶ
νὰ ὑποθέσω πὼς εἶναι σπουδασμένος, πλούσιος -κι ἀφελὴς μέχρις ἀνοησίας! Ἐγὼ δὲν
σοῦ ἐμπιστεύομαι οὔτ’ ἐπιστολή, νὰ τὴν ρίξῃς στὸ ταχυδρομικὸ κουτὶ τῆς γωνίας! Ἄρα
φοβᾶμαι πὼς ἄρχισε ἀκόμη μιὰ πολύκλαδη νομικὴ ὑπόθεση γιὰ μένα -περιπέτεια γιὰ
σένα!
– Μὰ οὔτε στὰ
μάτια σου δὲν πιστεύεις; ἀπάντησε ἀνοίγοντας τὴν τσάντα μὲ τὰ χρήματα. Ὅ,τι κι ἂν
λές, τρελλέ, σ ω θ ή κ α μ ε, σὲ βεβαιώνω!
– Καλά, δὲ θὰ
σὲ μεταπείσω. Ἔστω «σώθηκες», ἐ σ ύ, ἀφοῦ ἔτσι νοιώθεις. Ἄσε με ὅμως ἐμένα στὴν οἰκονομική
μου δυσπραγία.
Ἀγόρασε
διπλάσιας ἀξίας ξυλεία. Ὁ ἔμπορος τὸν ἐμπιστεύτηκε ὅταν εἶδε τὴ χαρτούρα. Δὲν
κυκλοφοροῦσαν τέτοια νούμερα στὴν ἀγορά. Τὴν πέρασε, χωρὶς νὰ μὲ ρωτήσῃ, μ’ ἕνα
ἰδιωτικὸ συμφωνητικό, στὴν ἰδιοκτησία τοῦ «εὐεργέτη» του γιὰ νὰ τὴν προφυλάξῃ ἀπὸ
τυχὸν κατάσχεση τῆς ἐν διαστάσει συζύγου του, μὲ τὴν ὁποία εἶχε οἰκονομικὲς
διαφορές. Καλούπωσε κ’ «ἔρριξε» τὰ θεμέλια τοῦ ξενοδοχείου. Μόλις τέλειωσε ἡ
δύσκολη ἐργασία, ὁ Μηχανικὸς τὸν κήρυξε ἔκπτωτο γιὰ δῆθεν κακοτεχνίες, ὅπως εὔκολα
χαρακτήρισε τὶς πάντα ἀναγκαῖες ἀποκλίσεις ἀπ’ τὰ σχέδια. Δὲν τούδωσε καμμιὰν ἀμοιβὴ
καὶ κράτησε τὴν καινούργια ξυλεία, ποὺ τοῦχε στοιχίσει μισὴ τιμή, ὁλοκληρώνοντας
τὸ ἔργο μ’ ἄλλους, φθηνότερους ἐργολάβους.
Ὁ ἔμπορος
πάλι, διεκδίκησε τὰ χρήματά του ἀπ’ τὸν ὀφειλέτη-πελάτη μου! Τὸν κήρυξε σὲ
πτώχευση. Ἐπειδὴ δὲν τηροῦσε, ἀπὸ ἀμέλεια, βιβλία καὶ στοιχεῖα ἡ πτώχευση
μετεβλήθη σὲ δόλια χρεωκοπία κι ὁδηγήθηκε στὸ «θέρετρο» τοῦ Κορυδαλλοῦ. Εἶδα κ’
ἔπαθα νὰ πείσω τὸν ξυλᾶ γιὰ τὴν πραγματικὴ ἱστορία. Ἐντάξει, μοῦ εἶπε, νὰ χάσω
μισὸ ἑκατομμύριο, ἀλλὰ θὰ πληρώσω ὀγδόντα χιλιάδες φόρο γιὰ τὴ συναλλαγή. Ἡ Ἐφορία
δὲν καταλαβαίνει τέτοια. Ἂν μοῦ καταβληθοῦν αὐτά, δέχομαι νὰ συμπράξω στὴν ἀποκατάσταση-ἀποφυλάκισή
του. Τ’ ἀδέρφια του, ποὺ δὲν τὸν καταλάβαιναν, ἔκαναν ἔρανο μεταξύ τους,
πλήρωσαν τὰ σπασμένα κ’ ἔτσι κατάφερα νὰ τὸν ἐλευθερώσω μετὰ ἑξάμηνο!..
– Σύμφωνοι,
εἶχες δίκιο, μοῦ εἶπε, συνεχίζοντας τὴν πρώτη συζήτησή
μας. Ἀλλά, παραμένω ἀμετανότητος! Δὲν
μπορῶ -δὲν θέλω νὰ πιστέψω πὼς ὑπάρχουν τέτοιοι ἄνθρωποι. Ἐγὼ εἶμ’ ἀλλιῶς…
Ἀναρωτιέμαι τώρα, ὁ δικός μας νέο-Σωτήρης,
πρόεδρος τοῦ δεκαπενταμελοῦς, μ’ ὅλη του τὴ λογικὴ καὶ τὸ συναίσθημα κ’ ἡ ἀνατολικογερμανική,
κομμουνιστικῆς κοπῆς-ραφῆς, ζακέττα μὲ τὸν ἐποχούμενο οἰκονομικό της ἐγκέφαλο, ἀντιλαμβάνονται
πόσο ἀπολύτως ὅ μ ο ι ο ι εἶναι
στή …σωτηριολογική τους ἐμμονὴ γιὰ τὴν Εὐρώπη καὶ τὸν Κόσμο;!.
Γιατί, ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὶς ἀριστεροεπιδέξιες ἢ ἀδεξιοαρίστερες
πολιτικὲς «διαφορές» τους, τίς «ἐξαναστάσεις», τὶς «πεπολιτισμένες» ἀντιπαραθέσεις,
καυγᾶδες, ἢ λυκοφιλίες κι ἀλληλοκατανοήσεις, τὶς συναντήσεις, τὶς συσκέψεις, τὶς
δηλώσεις καὶ συνεντεύξεις τους θέλουν, ντὲ καὶ καλά, νὰ μᾶς …σώσουν ὁπωσδήποτε!
Δὲν τὸ κρύβουν.
Ὁ ἕνας μὲ μιὰν ἀνοιξιάτικα ἐπαναστατικὴ ματιά,
ἰδιότυπα ρέμπελης μεσογειακῆς ἀναμελειᾶς, ποὺ ὑπόσχεται γεμιζόμενες ἢ μὴ
περαιτέρω ἀδειαζόμενες τσέπες κι ἀκόμα περισσότερη ἐλευθερία τῆς ἀσυδοσίας, κ’ οἱ ἄλλοι δυό, μὲ τὴν ἰδεοληπτική
τους ἐμμονὴ σ’ ἕναν κεντρικὸ σχεδιασμὸ δημοσιονομικῆς πειθαρχίας!
Ὅσο ἑκατέρωθεν ἀγωνιοῦν γιὰ τὸ ἀπρόοπτο, τόσο ἐπιμένουν
νὰ δείχνουν χαλαροὶ κι ἄνετοι, ἐνῶ εἶναι δεινὰ ἔναγχοι καὶ δεινότερα ἀλληλεκβιάζονται
μὲ διαρκῶς συρρικνωνόμενη συστολὴ καὶ «κεκτημένο» τάχα πολιτισμό!..
Κι ὁ Κόσμος ὅλος, παρακολουθεῖ καθημερινὰ τὸ
πλέον ἠλίθιο «ριάλιτυ»!..
Ποιός «Κόσμος»; Οἱ ἄλλοι πολιτικοί; Οἱ
δημοσιογράφοι; Οἱ πολῖτες; Ὄχι μόνο. Παρὰ καὶ τὰ διάφορα καπιταλιστικὰ
μορφώματα: μεθυσμένα ἀπ’ τὴν ὅποια οἰκονομική τους ἰσχὺ ἢ κ’ ἐπιχειρηματική,
μόνιμα ἀνοδικὴ τάση, ποὺ παραπαίουν σὰν τὸν οἰνόφλυγα, σπρώχνοντας, μιὰ πρὸς τὰ
δῶ μιὰ πρὸς τὰ κεῖ. Μὲ παραμορφωμένο τὸν ἐγκέφαλο ἀπὸ ἀνεπέρειστες οἰκονομικὲς
δῆθεν «γνώσεις», τάχα «κανόνες» κι ἀνιστόριτες κοντόφθαλμες θεωρίες, φαντάζουν
στὸν ἑαυτό τους καὶ στοὺς ἀφελεῖς πολῖτες, σὰν τὸ ἀπόλυτο καὶ πανέξυπνο think
tank τῆς σύγχρονης πραγματικότητας.
Προφανῶς δὲν εἶναι ὅλοι ἀνίκανα γομάρια.
Κάποιοι ἔχουν ἀντιληφθῆ ὅτι τὸ ἀπρόβλεπτο δὲν θ ά ἐπέλθῃ
-ἤδη σ υ ν τ ε λ ε ῖ τ α ι. Καί, γι’ αὐτοὺς δὲν εἶναι διόλου ἀπρόβλεπτο,
παρὰ νομοτελειακὰ ἀναμενόμενο. Πέρα ἀπ’ τὶς σπουδές τους, τὴν ἐπιστημονικότητά
τους, τὴν ὅποια ἐνασχόλησή τους, ἔχουν καταφέρει νὰ πατοῦν στὰ πόδια τους, ν’ ἀπεγκλωβίζωνται
διαρκῶς ἀπ’ τὶς παγίδες καὶ τὶς γυάλες μές στὶς ὁποῖες τοὺς φυλακίζουν οἱ ἐπιτυχίες
τους. Κυρίως εἰπεῖν ἔχουν α ἴ σ θ η σ η τοῦ συμβαίνοντος -δὲν τοὺς ξεγελᾶ οὔτε ὁ ἑαυτός
τους!..
Κανεὶς Σωτήρης δὲν πρόκειται νὰ σώσῃ τὸν Κόσμο ἢ νὰ
σωθῇ ὁ ἴδιος! Ὡστόσο ἐπιμένουν οἱ ἀναλώσιμοι ν’ …ἀναλωθοῦν!.. Κ’ ὑπάρχουν οἱ
λίγοι ποὺ πιστεύουν -καὶ γίνονται ἡ μαγιὰ γιὰ τοὺς πολλούς, ποὺ ἐλπίζουν καὶ
συνακολουθοῦν. Τόσο στὸν «μεγάκοσμο» τῆς πολιτικῆς καὶ τῆς Ἱστορίας, ὅσο καὶ στὴν
ἰδιωτικὴ καθημερινότητά μας. Δὲν ἐννοῶ ἐκείνους ποὺ δειλοί, μοιραῖοι κι ἄβουλοι ἀντάμα
προσμένουν ἴσως κάποιο θᾶμμα, ἀλλ’ ὅσους νομίζουν πώς, ἐπιτέλους
σώθηκαν, ὁριστικὰ ἢ πρόσκαιρα ἔστω, τὸ βρῆκαν, τὸ πέτυχαν, τὸ ἔχουν!..
Λίγο πρὶν ριχτῶ στὴ μάχη τῆς δικηγορίας, τελειώνοντας
τὴ στρατιωτική μου θητεία καὶ τὴν ἄσκηση, ἐπισκέφθηκα τὸ μεγάλο μου ξάδελφο, ἔμπειρο
ἤδη κ’ ἐπιτυχημένο Δικηγόρο, νὰ τοῦ ζητήσω γενικὲς πληροφορίες γιὰ τὸ ἐπάγγελμα
κι ὁδηγίες πρὸς τοὺς ναυτιλομένους!
– Ὑπάρχει,
μοῦ εἶπε, ἕνας ποταμὸς ὅπου τρέχει τὸ χρυσάφι. Τὸ θέμα εἶναι νὰ κάμῃς ἕν’ αὐλάκι
πρὸς τὴν τσέπη σου!..
Στὰ σαράντα ἐπαγγελματικά μου χρόνια δυό-τρεῖς
φορές, τὸ οἰκονομικὸ ἀποτέλεσμα ἦταν ἰδιαίτερα ἱκανοποιητικό. Καὶ μὲ στήριξε ἀρκετὸ
χρόνο μετά. Ἀλλὰ δὲν ξεγελάστηκα πὼς ἔπιασα τὴν καλή! Οὔτε καμώθηκα πὼς ἔφτασα,
εἶμαι πλέον ἐπιτυχημένος! Ἀντίθετα παρακολουθῶ μιὰ θλιβερή, ἀτελεύτητη σειρὰ
μακρυνῶν ἢ κοντινῶν ἀνθρώπων, πού «ἐπένδυσαν» τά «κεφάλαιά» τους σὲ κάλπικα
νομίσματα, κι ἀπατηλά «χρηματιστήρια» ἀπ-αξιῶν!
Βρῆκαν ἕναν πολὺ «καλό» ἐργοδότη! Μιὰν ἐξαιρετική
δουλεία (εἶναι δυνατόν;). Κάποιον πλούσιο, ποὺ τοὺς προσφέρει ἄφθονο χρῆμα,
γιατὶ τοὺς ἔχει τάχα ἀνάγκη! Τὴν ὄμορφη μοναχοκόρη εὔπορου ἡλικιωμένου ἐπιχειρηματία,
ποὺ θὰ νυμφευθοῦν, λύνοντας τὸ πρόβλημα τῆς ζωῆς τους. Πολύστροφο συνεταῖρο μὲ
τὸν ὁποῖο θὰ πλουτίσουν. Βιομήχανο ποὺ τοὺς συμβουλεύεται κ’ ἔτσι κατευθύνουν τὴν
ἑταιρία του σύμφωνα μὲ τὸ προσωπικό τους συμφέρον..– μιὰ φρικτὴ σκοτεινὴ γραμμὴ ποὺ
μακραίνει, ἀπὸ γρήγορα σβησμένα κεριά, ποὺ πληθαίνουν…
Νιώθω τὴν ἀντίρρηση ποὺ ἀναθρώσκει: «Μά, νὰ μὴν
ἐκμεταλλευθοῦμε μιὰ προφανὴ εὐκαιρία; Νὰ μείνουμε ἄπραγοι περιμένοντας ἀμέτοχοι
νὰ διέλθῃ»;..
Ἂν ὑπάρχῃ μιὰ ἀναπόδραστη ἀνάγκη, πρὶν ἀπ’ ὅλες
τὶς δεοντολογίες, τὰ πολλαπλὰ καὶ ποικίλα πρέπει τῆς ζωῆς, πρὶν ἀκόμα χτίσῃς τὸ
σπίτι σου, τὸ κατάλυμα, τὴν καταφυγὴ καὶ τὸ ὀχύρωμά σου: πρῶτο πρέπει τοῦ βίου
εἶναι τὸ χτίσιμο τοῦ ἑαυτοῦ, ἡ συγκρότηση τοῦ προσώπου! Ἐν συνεχείᾳ ἡ ἀσταμάτητη
δημιουργικὴ σκέψη, σχεδίαση κ’ ἐργασία.
Μετὰ εἶν’ εὔκολη ἡ ταξινόμιση ὅποιων ἀναγκαίων,
ἡ σειρά, οἱ προτεραιότητες. Τελευταῖες ἔρχονται οἱ εὐκαιρίες. Ποὺ πρέπει νὰ δ ύ ν α σ α ι νὰ τὶς καρπωθῇς, ἀλλιῶς εἶναι κεκρυμμένες
δυστυχίες, παγίδες, λοῦμπες…
– Πάρτον κάτω κι αὐτόν!.. Ἔλεγε μόνιμα ὁ
Ρένος, σὰν ἄκουγε πὼς ὁ τάδε ἢ ὁ δείνα κατεστράφη, χώρισε, χρεοκόπησε, ἀρρώστησε,
ἀνοήτως (!) ἀπέθανε… Γελούσαμε τότε ἀλλὰ δὲν συνειδητοποιοῦσα ὅτι ὁ περὶ οὗ ὁ
λόγος δὲν ἄντεξε ἐν τέλει, τὴ ζωή! Ὄχι τὶς ἀντιξοότητες, τὶς ἀναποδιές, ἀλλὰ τὴ
δ υ ν α τ ό τ η τ α νὰ ζῇ!..
Ἱκετεύει κανεὶς μέσ’ ἀπ’ τὴν καρδιά του τὸ Ἀνύπαρκτο
κ’ ὑπαρξιακὰ ἐλπίζει. Δὲν εἶναι ἀπορριπτέα αὐτὴ ἡ ἐσώτατη, μύχια, ἔνστικτη εὐσέβεια…
Ἐὰν μὴ ἔλπηται, ἀνέλπιστον οὐκ ἐξευρήσει, ἀνεξερεύνητον ἐὸν καὶ ἄπορον. (Ἡράκλειτος, Deals-Kranz, Vorsokratiker, Ι
τόμ., 18, σελ. 155.)
Ὑπάρχουν δυὸ μεγάλιθοι, ποὺ δὲν ἐντάσσονται, δὲν
βολεύονται, δὲν κατηγοριοποιοῦνται, δὲν κατανοοῦνται, δὲν συγκρίνονται, δὲν ἐξομοιοῦνται,
δὲν συμπαρατάσσονται: ὁ Ἀλέξανδρος κι ὁ Χριστός. Σὲ μιὰ δύσκολη, ἐκρηκτικὰ
θυμωμένη στιγμή μου, κατέγραψα βέβηλα:
Ὄχι μόνο οὔτε ὣς τὸν Ἰλισσὸ δὲν ἔφτασες, ἀφοῦ πνίγηκες στὸν Ὕφαση, ἀλλὰ οὔτε κὰν θεὸς δὲν εἶσαι, ἀφοῦ σταυρώθηκες καὶ δ έ ν τοὺς ἔσωσες (Θρύψαλα, ἔκδ. andy’s publishers, Ἀθήνα
2007, σελ. 68)!..
Στὰ δέκα, περίπου, χρόνια τῆς τρίτης δεκαετίας
τῆς ζωῆς τους ἀνέτρεψαν καὶ συγκλόνησαν σύμπαντα τὸν Κόσμο καὶ τ’ ἀποτελέσματα
τῆς δικῆς τους διέλευσης διήκουν καὶ θὰ διαπερνοῦν τοὺς αἰῶνες.
Ἀναρωτιέμαι: μπροστά τους πόσο ἀπειροστὴ εἶναι
ἡ σμικρότητα τῶν ἀναλωσίμων κ’ ἐναλλασσομένων λιλιπούτιων πολιτικῶν ἡγετίσκων ὅποιας
ἐποχῆς, ὅποιας χώρας, ὅποιου μεγέθους; Γιατὶ νὰ μή βγοῦμε ἀπ’ τὶς σκοτεινὲς
κάμαρες τῶν ὑπολογισμῶν; Γιατὶ ν’ ἀποδίδουμε ὀγκώδη σημασία στοὺς σπιθαμιαίους
καὶ στιγμιαίουςΚοσμο-Σωτήρηδες, τοὺς καραγκιόζηδες αὐτοὺς κοσμικοὺς ἀπατεῶνες, «δικούς» μας κι ἄλλους, ἐνῶ
πράγματι:
Ἀστράφτει ἡ Ἑλλάδα!..
Ἐνῶ
τὸ διαλαλοῦν οἱ
μέλισσες καὶ τὰ λουλούδια! Μιά, ὄντως ἀνέξοδη πραμμάτεια, γιὰ μ ᾶ
ς τούς, ἔτσι κι ἀλλοιῶς ἀπὸ πάντα, φτωχούς, τοὺς ἁπλούς,
τοὺς ἀνθρώπους;..
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ
ΜΑΡΚΟΥ ΜΑΣΤΡΑΚΑΣ
Διορθώσεις ΜΗΝΙΑΙΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ (τεύχος 38)