|
Γ. Μαργαρίτης: Γ. Καρα'ι'σκάκης |
Η εθνική παλιγγενεσία είναι φυσικά ένα πολυπλοκότατο φαινόμενο, που αυτό
το κείμενο δεν φιλοδοξεί να αναλύσει. Υπήρξε όμως και μια πλευρά του φαινομένου
που οι Έλληνες τείνουμε να ξεχνάμε ίσως διότι μας έχουν επιβάλει ήρωες ξένους
και ψεύτικους: την πλευρά του πολεμιστή. Καλές όλες οι διπλωματίες και οι
πολιτικές λύσεις, αλλά αν κάποιος δεν πιάσει τα άρματα στα χέρια του, δεν
γίνεται τίποτα. Η Ελλάδα έχει κάνει πολλές προσπάθειες να απελευθερωθεί από την
Άλωση κι έπειτα. Οι συγκυρίες έφεραν το ποθητό αποτέλεσμα το 1821-28. Μια από
τις συγκυρίες είναι ότι τότε έτυχαν μαζεμένοι και πολλοί μεγάλοι πολεμιστές.
Πού βάσιζαν όμως τις πολεμικές τους
προσπάθειες οι αγωνιστές του '21; Ας ξεκινήσουμε από το πού δεν βασίζονταν.
Οι ξεσηκωμένοι Έλληνες πρώτα από όλα δεν είχαν άξιο λόγου
ιππικό. H τάση τους λοιπόν ήταν πάντα να αποφεύγουν τις μάχες παρατάξεως, σε
"αναπεπταμένα πεδία", που ήταν ακριβώς το φαΐ των Τούρκων ιππέων, των
"σπαχήδων" ή σιπαχήδων, όπως είναι το πιο σωστό. Ευθύς εξ αρχής, μετά
τη σφαγή του Δραγατσανίου, οι δικοί μας κατάλαβαν ότι οι ορθόδοξες πολεμικές
τακτικές της εποχής δεν υπόσχονταν πολλά πράγματα γι' αυτούς. Ειδικά ο
μεγαλοφυής Κολοκοτρώνης, παρά το γεγονός ότι ο ίδιος δεν έκανε χωρίς το άλογό του (οικογενειακή παράδοση γαρ) δεν έκανε
αρχικά καμία προσπάθεια να δημιουργήσει ιππικό. Για το είδος ενδιαφέρθηκε μόνο
κοντά στο τέλος του αγώνα, όταν γνώρισε και εξετίμησε τον Πορτογάλο αξιωματικό
του ιππικού Αλμέιδα. Αντίστροφα, η ολέθρια για τα ελληνικά όπλα "μάχη" του Πέτα,
"κατόρθωμα" των κάθε λογής Μαυροκορδάτων και λοιπών άσχετων περί τα πολεμικά, έδειξε ότι η μεγάλη
δύναμη των Οθωμανών παρέμεινε το ιππικό τους. Ποτέ οι Έλληνες δεν κέρδισαν μάχη
παρατάξεως σε κάμπο, που επέτρεπε ανάπτυξη ιππικού. Το πρόβλημα ήταν πιο μικρό
από όσο φαίνεται, γιατί η Ελλάδα, σαν χώρος, ευνοεί πάνω από όλα τον πεζό
πολεμιστή και τις τακτικές του ανταρτοπόλεμου.
Η συμφορά στο Μανιάκι ήταν
αποτέλεσμα του ότι ο Παπαφλέσσας θέλησε να το παίξει στρατιωτικός. Ο τόπος ήταν ακατάλληλος για ταμπούρια
και εξαιρετικά κατάλληλος για επελάσεις ιππικού. Οι Μανιάτες οπλαρχηγοί, που
ήξεραν, δεν ήθελαν με τίποτα να δοθεί η μάχη στο Μανιάκι. Ο Σταυριανός Καπετανάκης έφυγε, ο Βοΐδης Μαυρομιχάλης, όμως, έμεινε και πήγε
αδικοχαμένος.
Από όλους τους Έλληνες αγωνιστές, ο
πιο ειδικός σε θέμα έφιππου πολέμου ήταν ο Χατζημιχάλης Νταλιάνης. Τελικά χάθηκε κι εκείνος στο Φραγκοκάστελλο των Σφακιών,
μαζί με τους "δροσουλίτες" του, αντιμετωπίζοντας υπέρτερες δυνάμεις
τούρκικου ιππικού. Τα πνεύματα του Ηπειρώτη κένταυρου και των παλικαριών του
βγαίνουν τα πρωινά του Μάη και σεργιανάνε στον τόπο της θυσίας τους.
Ούτε για σοβαρό χερσαίο πυροβολικό
μπορούσαν να κάνουν λόγο οι Έλληνες. Στα κανόνια του Κιουταχή και -προπάντων- του ευρωπαϊκών
στρατηγικών προδιαγραφών Ιμπραήμ δεν είχαν αντιπαρατάξουν τίποτα. Μόνον οι Επτανήσιοι
αγωνιστές υπό τον Μεταξά είχαν πυροβόλα και δυτικού τύπου οργάνωση. Και αυτό φάνηκε περίτρανα στη
μάχη του Λάλα, που στάθηκε στην ουσία μια λαμπρή νίκη των επτανησιακών κυρίως
όπλων.
Φυσικά στη θάλασσα τα πράγματα
άλλαζαν. Οι Έλληνες χωρίς να μπορούν να συναγωνισθούν το τονάζ και τη δύναμη
πυρός μιας υπερδύναμης, όπως ήταν η Οθωμανική Αυτοκρατορία, είχαν πάντως και
πλοία και κανόνια. Και προπάντων είχαν τα πυρπολικά, όπλο τρομακτικό στα χέρια
ατρόμητων και αποφασισμένων ανθρώπων. Και, πάνω από όλα, τη ναυτική τέχνη, που
οι Τούρκοι δεν κατάφεραν ποτέ να αποκτήσουν. Έτσι έχουμε το φαινόμενο μιας
"τεχνολογικής ψαλίδας" υπέρ των ναυτικών και σε βάρος των χερσαίων
δυνάμεων των Ελλήνων. Δηλαδή στη θάλασσα οι Έλληνες ήταν "μοντέρνα"
δύναμη, όπως άλλωστε είχαν υπάρξει και οι Βυζαντινοί περισσότερο από μια
χιλιετία νωρίτερα. Ενώ στη στεριά η πολεμική μας προσπάθεια βασιζόταν σχεδόν
αποκλειστικά στην ποιότητα των ανδρών.
Η ποιότητα αυτή,
όμως, ήταν πραγματικά πανύψηλη και έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην ευόδωση του
αγώνα. Πολεμιστές της κλάσεως ενός Καραϊσκάκη, Μάρκου Μπότσαρη, Ανδρούτσου ή Νικηταρά είναι θέμα αγαθής σύμπτωσης να τύχουν όλοι μαζί.
Ο Μπότσαρης ήταν ο τυπικός Σουλιώτης, με
υπερτροφικό φιλότιμο και "μπέσα" και παντελή αδιαφορία για τον κίνδυνο.
Όπως και ο εγωιστής και αγέρωχος Ανδρούτσος, ήταν πιο κατάλληλος για κερδίζει μάχες παρά πολέμους. Και
οι δύο ήταν απαράμιλλοι στο να εμψυχώνουν και να παρασύρουν τους άνδρες τους
μπροστά, συχνά χωρίς να έχουν σαφή εικόνα του τι πρόκειται να επακολουθήσει.
Συνολικά όλοι οι Στερεοελλαδίτες ήταν φοβερά σκληροτράχηλοι, πραγματική πείρα
πολέμων όμως είχαν πρώτοι οι Σουλιώτες και μετά όλοι οι άλλοι.
Στους Σουλιώτες και τους Μανιάτες
κυρίως βασιζόταν ο Κολοκοτρώνης στα κρίσιμα πρώτα βήματα του αγώνα. Οι Μανιάτες ήταν πειθαρχημένοι και
σπάνια επιχειρούσαν ατομικούς ηρωισμούς. H μακραίωνη αυτονομία τους έγινε αιτία
να διαμορφώσουν βάσεις μόνιμης στρατιωτικής οργάνωσης, ιδίως στη λεγόμενη
"Έξω" Μάνη. Χαρακτήρες αρκετά σκυθρωποί και εξοικειωμένοι με το
θάνατο, συντηρούσαν το "δουφέκι" τους σαν παιδί τους και το γνώριζαν
καλά. Μάχονταν από ενέδρες και με μεγάλη αποτελεσματικότητα, κάτι που φόβιζε
ιδιαίτερα τους Τούρκους. Όλοι οι αγωνιστές, πάντως, γνώριζαν άριστα την τακτική
της ενέδρας και του κλεφτοπόλεμου, γι' αυτό και προκαλούσαν μεγάλες απώλειες
στον εχθρό, που είχαν σαν συνέπεια τη διάβρωση του ηθικού των Τούρκων.
Ιδιαίτερο τρόμο προκαλούσε στους
Τούρκους ο Νικηταράς. Πολεμιστής αρχέγονων προτύπων, έκανε τη δουλειά με τα χέρια του και το
ψυχρό ατσάλι. Όπως συνέβαινε και με τον Αχιλλέα, ούτε να του κρυφτής μπορούσες,
ούτε να γλιτώσεις από αυτόν γιατί πολεμούσε από κοντά. Στη μάχη σώματος προς
σώμα ο Νικηταράς ήταν, αν πιστέψουμε τις πολλές και σοβαρές μαρτυρίες που υπάρχουν, ένα
από τα πιο "ανδροφόνα" μηχανήματα που γνώρισε ποτέ ο κόσμος. (Φυσικά ο Ράμπο φονεύει περισσότερους αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία...)
Άλλος τρομερός
"σωματικός" μαχητής ήταν ο θηριώδης Κριεζώτης, που στη μάχη του Καματερού ξεπάστρεψε ένα ανυπολόγιστο αριθμό σπαχήδων
με ένα ρόπαλο ή κατ' άλλους γκλίτσα. Κάτι σαν το γαϊδουροσάγωνο του Σαμψών,
δηλαδή. Άλλοι αγωνιστές πάλι διακρίνονταν για τη χρήση των όπλων. Παραδείγματα
ο Μητροπέτροβας που, αν και προχωρημένης ηλικίας,
έκανε "το κάθε βόλι" του τουφεκιού του να μετράει. Φοβερός σκοπευτής
λέγεται πως ήταν και ο Καραϊσκάκης, που είχε βέβαια σε υπερτροφικό βαθμό και όλα τα ταλέντα του μεγάλου
επιτελικού στρατιωτικού.
Κοντολογίς, οι Έλληνες υπερείχαν
πολύ από τους Τούρκους σε έμψυχο υλικό και φυσικά και σε κίνητρα, που είναι το
άλφα και το ωμέγα κάθε σοβαρής πολεμικής προσπάθειας. Δηλαδή πολεμούσαν με το
μυαλό, την ψυχή και τις δυνάμεις τους αδιαφορώντας για την ανισότητα των μέσων
και του χρήματος σε βάρος τους...
Ηλίας Μπαζίνας, 25/3/95